Όρια ασφαλείας Μη Ιονιζουσών Ηλεκτρομαγνητικών Ακτινοβολιών (Μ.Ι.Η.Μ.Α) : Μύθοι και Πραγματικότητες
Η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία που προέρχεται από το δίκτυο της Δ.Ε.Η, τους σταθμούς ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, τις κεραίες της ασύρματης και κινητής τηλεφωνίας, καθώς και τα RADAR, ανήκει στο φάσμα των μη ιονιζουσών ηλεκτρομαγητικών ακτινοβολιών (Μ.Ι.Η.Μ.Α).
H Διεθνής Επιτροπή για την Προστασία από μη Ιονίζουσες Ακτινοβολίες (I.C.N.I.R.P.) θέσπισε οδηγίες σχετικές με τα όρια ασφαλείας των Μ.Ι.Η.Μ.Α. με βάση τις (κατά την ICNIRP) αποδεδειγμένες βλαπτικές βιολογικές επιδράσεις. Τις θέσεις της ICNIRP υιοθέτησε κι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (W.H.O). Αυτές θεωρούνται ότι είναι κυρίως ηλεκτρο-διεγερτικές στις χαμηλές συχνότητες (δίκτυο ΔΕΗ) και θερμικές σε υψηλότερες συχνότητες (τηλεοπτικοί σταθμοί, ασύρματες και κινητές επικοινωνίες, RADAR). Στο φάσμα συχνοτήτων μεταξύ 150ΚΗz και 1,5ΜΗz (κατά προσέγγιση), δηλαδή στα «μεσαία» της ραδιοφωνίας οι δύο επιδράσεις θεωρούνται συγκρίσιμες.
Όσον αφορά τις θερμικές επιδράσεις, τα υπάρχοντα βασικά όρια ασφαλείας για τις κεραίες βάσης έχουν θεσπιστεί με την υπόθεση ότι συνολική αύξηση θερμοκρασίας ανθρώπινου ιστού μικρότερη από 1°C δεν έχει βλαπτική επίδραση για τον ανθρώπινο οργανισμό. Επίσης έχουν λήγει υπόψιν συντελεστές ασφαλείας (μεγέθους περίπου 50), οι οποίοι θεωρήθηκε ότι καλύπτουν αβεβαιότητες σχετικές με την ατομική ευαισθησία ή ιδιαίτερες συνθήκες που μπορεί να ισχύουν ανά περίπτωση.
Στην Ελλάδα ισχύουν επιπλέον συντελεστές μείωσης 70% ή 60% (για κεραίες βάσης πλησίον βρεφονηπιακών σταθμών, σχολείων, γηροκομείων και νοσοκομείων) σε σχέση με τα προτεινόμενα από τον ICNIRP, βάσει του άρθρου 31 του Νόμου 3431 (ΦΕΚ 13/Α03-02-2006) σε συνέχεια των άρθρων 2-4 της υπ’ αριθ. 53571/3839 ΚΥΑ (ΦΕΚ 1105/Β/6-9-2000).
Από πρακτική άποψη τα θεσμοθετημένα όρια ασφαλείας στην Ελλάδα (και σε άλλες χώρες που ακολουθούν την οδηγία της ICNIRP) δεν ξεπερνιούνται σχεδόν ποτέ, ακόμα κι όταν οι κεραίες είναι τοποθετημένες σε ταράτσες σπιτιών σε πυκνοκατοικημένες περιοχές. Για να ξεπεραστεί το όριο πρέπει η μέτρηση να γίνει σχεδόν δίπλα στην κεραία βάσης.
Παρ’ όλο που τα όρια πού ισχύουν στη Ελλάδα έχουν συντελεστή μείωσης που τα καθιστά αυστηρότερα από αυτά άλλων χωρών, υπάρχουν χώρες με όρια ασφαλείας κατά πολύ αυστηρότερα από αυτά της Ελλάδας. Για παράδειγμα στις συχνότητες του GSM 900 (κινητή τηλεφωνία 1ης γενεάς) το όριο με συντελεστή μείωσης 70% είναι 34,5 V/m, ενώ το αντίστοιχο όριο στην Αυστρία είναι 0,2 V/m (~170 φορές - δύο τάξεις μεγέθους - χαμηλότερα). Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και άλλες χώρες όπως η γειτονική Ιταλία, το Βέλγιο, η Ρωσία (που έχει μεγάλη παράδοση σε τέτοιες έρευνες).
Ο λόγος γι αυτήν την μεταστροφή είναι ότι υπάρχει αυξανόμενο πλήθος επιφανών επιστημόνων σε όλο τον κόσμο που θεωρούν τα όρια ασφαλείας της ICNIRP ξεπερασμένα. Πολλοί από αυτούς τους επιστήμονες έχουν συγκροτήσει πρωτοβουλίες για την αναθεώρηση των ορίων ασφαλείας διεθνώς.
Ειδικότερα το Bio-Initiative Working Group είναι μία επιστημονική επιτροπή με διακεκριμένους επιστήμονες από τις ΗΠΑ, τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, τη Βρετανία, τη Σουηδία, την Αυστρία και την Κίνα. Αυτή η επιτροπή συνέταξε το 2007 μία λεπτομερή έκθεση 600 σελίδων που συνοψίζει τα αποτελέσματα πλέον των 2000 επιστημονικά τεκμηριωμένων εργασιών που αποδεικνύουν ότι υπάρχουν αρνητικές επιδράσεις για τον ανθρώπινο οργανισμό ακόμα κι όταν η μη ιονίζουσα ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία είναι εκατοντάδες (ή και χιλιάδες) φορές ασθενέστερη από τα όρια ασφαλείας που ισχύουν σε αρκετές χώρες τις Ευρώπης και στις ΗΠΑ.
Η έκθεση αυτή συντάχθηκε με τη συνεργασία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (European Environment Agency) που συνεισέφερε με την τεκμηρίωση της Αρχής της Προφύλαξης (Precautionary Principle), που είναι και νόμος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με την Αρχή της Προφύλαξης που ενσωμάτωσε την προστασία και από τις μη ιονίζουσες ηλεκτρομαγνητικές ακτινοβολίες, είναι ευθύνη αυτών που υποστηρίζουν την μη επικινδυνότητα συγκεκριμένων ορίων έκθεσης στην ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία να την αποδείξουν. Δηλαδή όταν υπάρχουν αποτελέσματα επιστημονικών πειραμάτων που δεν συγκλίνουν, η αβεβαιότητα πρέπει να οδηγεί μάλλον σε αυστηρότερα παρά σε χαλαρότερα όρια ασφαλείας. Αυτό είναι μία πολύ σημαντική διαφοροποίηση σε σχέση με την συνήθη πρακτική, σύμφωνα με την οποία η επικινδυνότητα λαμβάνεται υπόψιν μόνον όταν είναι πλήρως και καθολικά αποδεδειγμένη.
Στο διεθνές δίκαιο η αρχή της προφύλαξης έχει ενσωματωθεί στο άρθρο 15 της διακήρυξης του Ρίο (1992). Στο κοινοτικό δίκαιο εισήχθη με το άρθρο 130 παρ. 2 της Συνθήκης του Μάαστριχτ (1992) και επαναλήφθηκε με το άρθρο 174 της συνθήκης του Άμστερνταμ (1997). Άρα και σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος της Ελλάδας θα πρέπει να ισχύει και έναντι οποιασδήποτε άλλης απόφασης.
Ο επιστημονικός φορέας Διεθνής Επιτροπή για την Ηλεκτρομαγνητική Ασφάλεια (International Commission for Electromagnetic Safety, ICEMS) βεβαιώνει την ύπαρξη μη θερμικών επιδράσεων της υψίσυχνης ΜΙΗΜΑ, την ηλεκτρομαγνητική υπερευαισθησία ποσοστού του πληθυσμού σε αυτές και την αναγκαιότητα της εφαρμογής της Αρχής της Προφύλαξης για τον επαναπροσδιορισμό των ορίων ασφαλείας.
Ο Δρ. Χρήστος Γεωργίου, καθηγητής Βιοχημείας στο Πανεπιστήμιο Πατρών, ο οποίος συμμετείχε σε συνέδριο της ICEMS στη Βενετία (Δεκέμβριος 2007), δηλώνει στην «Καθημερινή» στις 3/2/2008 τα εξής: «Μέχρι τώρα οι επίσημοι οργανισμοί και φυσικά οι εταιρείες δέχονται ότι οι μη ιονίζουσες ηλεκτρομαγνητικές ακτινοβολίες έχουν μόνο θερμικές επιδράσεις στον οργανισμό. Με βάση αποκλειστικά αυτές τέθηκαν τα όρια. Αλλά υπάρχουν και μη θερμικές, βιολογικές επιδράσεις. Παρουσία εκατό και πλέον ανεξάρτητων επιστημόνων, το BioInitiative Report χαρακτηρίστηκε έκθεση-σοκ, που υποχρεώνει σε νέα προσέγγιση».
Ο ερευνητής Δρ. Martin Blank του πανεπιστημίου Columbia υπογραμμίζει στην έκθεση αυτή την αρνητική επίδραση των ΜΙΗΜΑ στο DNA και τον εγκέφαλο, η οποία μπορεί να καταλήξει σε Αλτσχάιμερ, άνοια ή καρκίνο των πνευμόνων.
Η Δρ. Reba Goodman (Columbia) αναφέρει ότι τα κύτταρα στον οργανισμό αντιδρούν στις χαμηλής έντασης ΜΙΗΜΑ με δυνητικά επιβλαβή τρόπο, όπως και στην περίπτωση άλλων τοξικών περιβαλλοντικών επιδράσεων όπως βαρέα μέταλλα και χημικά τοξικά. Το DNA στα ζωντανά κύτταρα αναγνωρίζει τις MIHMA χαμηλής έντασης και παράγει βιοχημικό στρες.
Ο Δρ. David O. Carpenter διευθυντής του Institute of Health and Environment, Albany University, επισημαίνει ότι τα υπάρχοντα όρια ασφαλείας είναι ανεπαρκή, και δεν ανταποκρίνονται στις σύγχρονες τεχνολογίες πού υποβάλλουν τους ανθρώπους σε διαρκή ηλεκτρομαγνητική έκθεση.
Η διαρκής έκθεση έστω και χαμηλής έντασης- αναφέρει η έκθεση - σχετίζεται με έλλειψη συγκέντρωσης, απώλεια μνήμης, υπνηλία, εξάντληση, πονοκεφάλους, ζαλάδες, διαταραχές ύπνου, εξασθένιση του ανοσοποιητικού, δερματικά εξανθήματα και επηρεασμός της καρδιακής λειτουργίας.
Ο Δρ. Olle Johansson, του Ινστιτούτου Karolinska της Σουηδίας, παρουσιάζει τα αποτελέσματα της έρευνας του στο BioInitiative Report, αλλά και στο 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο για τις επιπτώσεις της Η/Μ ακτινοβολίας (Μάιος 2008). Σύμφωνα με την έρευνα αυτή υπάρχει ποσοστό του πληθυσμού (3~5%) στη Σουηδία το οποίο έχει «ηλεκτρουπερευαισθησία» (electrohypersensitivity, EHS). Επίσης ανησυχεί για τις επιπτώσεις της εκτεταμένης χρήσης της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας στο ανοσοποιητικό σύστημα των επερχόμενων γενεών.
Επίσης από τα πρακτικά του 1ου Πανελληνίου Συνεδρίου για τις Επιπτώσεις της Η/Μ ακτινοβολίας (Μάιος 2008), διαβάζουμε ότι ο Δρ. Λουκάς Μαργαρίτης, καθηγητής Βιολογίας στο Καποδίστρειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, πρόεδρος του συνεδρίου, αναφέρει ότι «τελευταία γίνονται όλο και πιο πειστικές οι μη θερμικές επιδράσεις, δηλαδή αυτές που προέρχονται από χαμηλές εντάσεις ακτινοβολίας και δεν προκαλούν αύξηση θερμοκρασίας, όμως επάγουν σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία των κυττάρων και κατ’ επέκταση του οργανισμού μας».
Όσον αφορά τις συσκευές κινητών, ο Δρ. Lennart Hardell, καθηγητής στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Ορέμπρο (Σουηδία), διαπιστώνει στο BioInitiative Report ότι η χρήση κινητού αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης όγκου του εγκεφάλου κατά 200% όταν χρησιμοποιείται από την ίδια πλευρά, και η πιθανότητα αυξάνει όταν η χρήση κινητού ξεκινά πριν την ηλικία των 20 ετών.
Η έκθεση Stewart της βρετανικής IGEMP (Independent Expert Group on Mobile Phones) αναφέρει ότι η χρήση κινητών από παιδιά κάτω των 8 ετών θα έπρεπε να απαγορευτεί εντελώς, γιατί υπάρχει αυξημένος κίνδυνος βλάβης σε ιστούς και όργανα που δεν έχουν ολοκληρώσει την ανάπτυξή τους.
Τα πανεπιστήμια UCLA (ΗΠΑ) και Aarhus (Δανία) ολοκλήρωσαν τον Μάιο του 2008 εκτεταμένη έρευνα που προειδοποιεί ότι η χρήση κινητών από εγκύους σχετίζεται με αυξημένη πιθανότητα να παρουσιάσουν τα παιδιά που γεννιούνται προβλήματα συμπεριφοράς, ενώ η πιθανότητα μεγαλώνει όταν τα ίδια παιδιά χρησιμοποιούν στη συνέχεια κινητό ως την ηλικία των επτά ετών.
Η ερευνητική ομάδα του Δρος Λουκά Μαργαρίτη στο Καποδίστρειο Πανεπιστήμιο Αθηνών ύστερα από 15 χρόνια έρευνας σε έντομα και ποντίκια κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ΜΙΗΜΑ ευθύνονται για υπογονιμότητα και σπάσιμο του γενετικού υλικού των κυττάρων, δυσλειτουργία της μνήμης (στα ποντίκια), ιστολογικές αλλοιώσεις σε νεογέννητα έμβρυα, και αύξηση πρωτεϊνών που σχετίζονται με την πρόκληση (θερμικού) στρες. (Ελευθεροτυπία 14/4/2008).
Κανείς δεν ξέρει πια θα είναι τα όρια που θα ισχύσουν στο μέλλον διεθνώς, αφού πολλές σημαντικές έρευνες βρίσκονται σε εξέλιξη, ενώ τα κριτήρια που εφαρμόζονται στην πράξη δεν είναι μόνο επιστημονικά, αλλά και οικονομικά.
Γι αυτό πολλοί φορείς διεθνώς αναπροσαρμόζουν τα όρια αυτά με βάση τις τρέχουσες έρευνες και την θεσμοθετημένη Αρχή της Προφύλαξης, γιατί οι επιπτώσεις από την υποτίμηση των επιδράσεων των ΜΙΗΜΑ τώρα μπορεί να έχει τεράστιες επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία στο μέλλον...
Η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία που προέρχεται από το δίκτυο της Δ.Ε.Η, τους σταθμούς ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, τις κεραίες της ασύρματης και κινητής τηλεφωνίας, καθώς και τα RADAR, ανήκει στο φάσμα των μη ιονιζουσών ηλεκτρομαγητικών ακτινοβολιών (Μ.Ι.Η.Μ.Α).
H Διεθνής Επιτροπή για την Προστασία από μη Ιονίζουσες Ακτινοβολίες (I.C.N.I.R.P.) θέσπισε οδηγίες σχετικές με τα όρια ασφαλείας των Μ.Ι.Η.Μ.Α. με βάση τις (κατά την ICNIRP) αποδεδειγμένες βλαπτικές βιολογικές επιδράσεις. Τις θέσεις της ICNIRP υιοθέτησε κι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (W.H.O). Αυτές θεωρούνται ότι είναι κυρίως ηλεκτρο-διεγερτικές στις χαμηλές συχνότητες (δίκτυο ΔΕΗ) και θερμικές σε υψηλότερες συχνότητες (τηλεοπτικοί σταθμοί, ασύρματες και κινητές επικοινωνίες, RADAR). Στο φάσμα συχνοτήτων μεταξύ 150ΚΗz και 1,5ΜΗz (κατά προσέγγιση), δηλαδή στα «μεσαία» της ραδιοφωνίας οι δύο επιδράσεις θεωρούνται συγκρίσιμες.
Όσον αφορά τις θερμικές επιδράσεις, τα υπάρχοντα βασικά όρια ασφαλείας για τις κεραίες βάσης έχουν θεσπιστεί με την υπόθεση ότι συνολική αύξηση θερμοκρασίας ανθρώπινου ιστού μικρότερη από 1°C δεν έχει βλαπτική επίδραση για τον ανθρώπινο οργανισμό. Επίσης έχουν λήγει υπόψιν συντελεστές ασφαλείας (μεγέθους περίπου 50), οι οποίοι θεωρήθηκε ότι καλύπτουν αβεβαιότητες σχετικές με την ατομική ευαισθησία ή ιδιαίτερες συνθήκες που μπορεί να ισχύουν ανά περίπτωση.
Στην Ελλάδα ισχύουν επιπλέον συντελεστές μείωσης 70% ή 60% (για κεραίες βάσης πλησίον βρεφονηπιακών σταθμών, σχολείων, γηροκομείων και νοσοκομείων) σε σχέση με τα προτεινόμενα από τον ICNIRP, βάσει του άρθρου 31 του Νόμου 3431 (ΦΕΚ 13/Α03-02-2006) σε συνέχεια των άρθρων 2-4 της υπ’ αριθ. 53571/3839 ΚΥΑ (ΦΕΚ 1105/Β/6-9-2000).
Από πρακτική άποψη τα θεσμοθετημένα όρια ασφαλείας στην Ελλάδα (και σε άλλες χώρες που ακολουθούν την οδηγία της ICNIRP) δεν ξεπερνιούνται σχεδόν ποτέ, ακόμα κι όταν οι κεραίες είναι τοποθετημένες σε ταράτσες σπιτιών σε πυκνοκατοικημένες περιοχές. Για να ξεπεραστεί το όριο πρέπει η μέτρηση να γίνει σχεδόν δίπλα στην κεραία βάσης.
Παρ’ όλο που τα όρια πού ισχύουν στη Ελλάδα έχουν συντελεστή μείωσης που τα καθιστά αυστηρότερα από αυτά άλλων χωρών, υπάρχουν χώρες με όρια ασφαλείας κατά πολύ αυστηρότερα από αυτά της Ελλάδας. Για παράδειγμα στις συχνότητες του GSM 900 (κινητή τηλεφωνία 1ης γενεάς) το όριο με συντελεστή μείωσης 70% είναι 34,5 V/m, ενώ το αντίστοιχο όριο στην Αυστρία είναι 0,2 V/m (~170 φορές - δύο τάξεις μεγέθους - χαμηλότερα). Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και άλλες χώρες όπως η γειτονική Ιταλία, το Βέλγιο, η Ρωσία (που έχει μεγάλη παράδοση σε τέτοιες έρευνες).
Ο λόγος γι αυτήν την μεταστροφή είναι ότι υπάρχει αυξανόμενο πλήθος επιφανών επιστημόνων σε όλο τον κόσμο που θεωρούν τα όρια ασφαλείας της ICNIRP ξεπερασμένα. Πολλοί από αυτούς τους επιστήμονες έχουν συγκροτήσει πρωτοβουλίες για την αναθεώρηση των ορίων ασφαλείας διεθνώς.
Ειδικότερα το Bio-Initiative Working Group είναι μία επιστημονική επιτροπή με διακεκριμένους επιστήμονες από τις ΗΠΑ, τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, τη Βρετανία, τη Σουηδία, την Αυστρία και την Κίνα. Αυτή η επιτροπή συνέταξε το 2007 μία λεπτομερή έκθεση 600 σελίδων που συνοψίζει τα αποτελέσματα πλέον των 2000 επιστημονικά τεκμηριωμένων εργασιών που αποδεικνύουν ότι υπάρχουν αρνητικές επιδράσεις για τον ανθρώπινο οργανισμό ακόμα κι όταν η μη ιονίζουσα ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία είναι εκατοντάδες (ή και χιλιάδες) φορές ασθενέστερη από τα όρια ασφαλείας που ισχύουν σε αρκετές χώρες τις Ευρώπης και στις ΗΠΑ.
Η έκθεση αυτή συντάχθηκε με τη συνεργασία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (European Environment Agency) που συνεισέφερε με την τεκμηρίωση της Αρχής της Προφύλαξης (Precautionary Principle), που είναι και νόμος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με την Αρχή της Προφύλαξης που ενσωμάτωσε την προστασία και από τις μη ιονίζουσες ηλεκτρομαγνητικές ακτινοβολίες, είναι ευθύνη αυτών που υποστηρίζουν την μη επικινδυνότητα συγκεκριμένων ορίων έκθεσης στην ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία να την αποδείξουν. Δηλαδή όταν υπάρχουν αποτελέσματα επιστημονικών πειραμάτων που δεν συγκλίνουν, η αβεβαιότητα πρέπει να οδηγεί μάλλον σε αυστηρότερα παρά σε χαλαρότερα όρια ασφαλείας. Αυτό είναι μία πολύ σημαντική διαφοροποίηση σε σχέση με την συνήθη πρακτική, σύμφωνα με την οποία η επικινδυνότητα λαμβάνεται υπόψιν μόνον όταν είναι πλήρως και καθολικά αποδεδειγμένη.
Στο διεθνές δίκαιο η αρχή της προφύλαξης έχει ενσωματωθεί στο άρθρο 15 της διακήρυξης του Ρίο (1992). Στο κοινοτικό δίκαιο εισήχθη με το άρθρο 130 παρ. 2 της Συνθήκης του Μάαστριχτ (1992) και επαναλήφθηκε με το άρθρο 174 της συνθήκης του Άμστερνταμ (1997). Άρα και σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος της Ελλάδας θα πρέπει να ισχύει και έναντι οποιασδήποτε άλλης απόφασης.
Ο επιστημονικός φορέας Διεθνής Επιτροπή για την Ηλεκτρομαγνητική Ασφάλεια (International Commission for Electromagnetic Safety, ICEMS) βεβαιώνει την ύπαρξη μη θερμικών επιδράσεων της υψίσυχνης ΜΙΗΜΑ, την ηλεκτρομαγνητική υπερευαισθησία ποσοστού του πληθυσμού σε αυτές και την αναγκαιότητα της εφαρμογής της Αρχής της Προφύλαξης για τον επαναπροσδιορισμό των ορίων ασφαλείας.
Ο Δρ. Χρήστος Γεωργίου, καθηγητής Βιοχημείας στο Πανεπιστήμιο Πατρών, ο οποίος συμμετείχε σε συνέδριο της ICEMS στη Βενετία (Δεκέμβριος 2007), δηλώνει στην «Καθημερινή» στις 3/2/2008 τα εξής: «Μέχρι τώρα οι επίσημοι οργανισμοί και φυσικά οι εταιρείες δέχονται ότι οι μη ιονίζουσες ηλεκτρομαγνητικές ακτινοβολίες έχουν μόνο θερμικές επιδράσεις στον οργανισμό. Με βάση αποκλειστικά αυτές τέθηκαν τα όρια. Αλλά υπάρχουν και μη θερμικές, βιολογικές επιδράσεις. Παρουσία εκατό και πλέον ανεξάρτητων επιστημόνων, το BioInitiative Report χαρακτηρίστηκε έκθεση-σοκ, που υποχρεώνει σε νέα προσέγγιση».
Ο ερευνητής Δρ. Martin Blank του πανεπιστημίου Columbia υπογραμμίζει στην έκθεση αυτή την αρνητική επίδραση των ΜΙΗΜΑ στο DNA και τον εγκέφαλο, η οποία μπορεί να καταλήξει σε Αλτσχάιμερ, άνοια ή καρκίνο των πνευμόνων.
Η Δρ. Reba Goodman (Columbia) αναφέρει ότι τα κύτταρα στον οργανισμό αντιδρούν στις χαμηλής έντασης ΜΙΗΜΑ με δυνητικά επιβλαβή τρόπο, όπως και στην περίπτωση άλλων τοξικών περιβαλλοντικών επιδράσεων όπως βαρέα μέταλλα και χημικά τοξικά. Το DNA στα ζωντανά κύτταρα αναγνωρίζει τις MIHMA χαμηλής έντασης και παράγει βιοχημικό στρες.
Ο Δρ. David O. Carpenter διευθυντής του Institute of Health and Environment, Albany University, επισημαίνει ότι τα υπάρχοντα όρια ασφαλείας είναι ανεπαρκή, και δεν ανταποκρίνονται στις σύγχρονες τεχνολογίες πού υποβάλλουν τους ανθρώπους σε διαρκή ηλεκτρομαγνητική έκθεση.
Η διαρκής έκθεση έστω και χαμηλής έντασης- αναφέρει η έκθεση - σχετίζεται με έλλειψη συγκέντρωσης, απώλεια μνήμης, υπνηλία, εξάντληση, πονοκεφάλους, ζαλάδες, διαταραχές ύπνου, εξασθένιση του ανοσοποιητικού, δερματικά εξανθήματα και επηρεασμός της καρδιακής λειτουργίας.
Ο Δρ. Olle Johansson, του Ινστιτούτου Karolinska της Σουηδίας, παρουσιάζει τα αποτελέσματα της έρευνας του στο BioInitiative Report, αλλά και στο 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο για τις επιπτώσεις της Η/Μ ακτινοβολίας (Μάιος 2008). Σύμφωνα με την έρευνα αυτή υπάρχει ποσοστό του πληθυσμού (3~5%) στη Σουηδία το οποίο έχει «ηλεκτρουπερευαισθησία» (electrohypersensitivity, EHS). Επίσης ανησυχεί για τις επιπτώσεις της εκτεταμένης χρήσης της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας στο ανοσοποιητικό σύστημα των επερχόμενων γενεών.
Επίσης από τα πρακτικά του 1ου Πανελληνίου Συνεδρίου για τις Επιπτώσεις της Η/Μ ακτινοβολίας (Μάιος 2008), διαβάζουμε ότι ο Δρ. Λουκάς Μαργαρίτης, καθηγητής Βιολογίας στο Καποδίστρειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, πρόεδρος του συνεδρίου, αναφέρει ότι «τελευταία γίνονται όλο και πιο πειστικές οι μη θερμικές επιδράσεις, δηλαδή αυτές που προέρχονται από χαμηλές εντάσεις ακτινοβολίας και δεν προκαλούν αύξηση θερμοκρασίας, όμως επάγουν σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία των κυττάρων και κατ’ επέκταση του οργανισμού μας».
Όσον αφορά τις συσκευές κινητών, ο Δρ. Lennart Hardell, καθηγητής στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Ορέμπρο (Σουηδία), διαπιστώνει στο BioInitiative Report ότι η χρήση κινητού αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης όγκου του εγκεφάλου κατά 200% όταν χρησιμοποιείται από την ίδια πλευρά, και η πιθανότητα αυξάνει όταν η χρήση κινητού ξεκινά πριν την ηλικία των 20 ετών.
Η έκθεση Stewart της βρετανικής IGEMP (Independent Expert Group on Mobile Phones) αναφέρει ότι η χρήση κινητών από παιδιά κάτω των 8 ετών θα έπρεπε να απαγορευτεί εντελώς, γιατί υπάρχει αυξημένος κίνδυνος βλάβης σε ιστούς και όργανα που δεν έχουν ολοκληρώσει την ανάπτυξή τους.
Τα πανεπιστήμια UCLA (ΗΠΑ) και Aarhus (Δανία) ολοκλήρωσαν τον Μάιο του 2008 εκτεταμένη έρευνα που προειδοποιεί ότι η χρήση κινητών από εγκύους σχετίζεται με αυξημένη πιθανότητα να παρουσιάσουν τα παιδιά που γεννιούνται προβλήματα συμπεριφοράς, ενώ η πιθανότητα μεγαλώνει όταν τα ίδια παιδιά χρησιμοποιούν στη συνέχεια κινητό ως την ηλικία των επτά ετών.
Η ερευνητική ομάδα του Δρος Λουκά Μαργαρίτη στο Καποδίστρειο Πανεπιστήμιο Αθηνών ύστερα από 15 χρόνια έρευνας σε έντομα και ποντίκια κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ΜΙΗΜΑ ευθύνονται για υπογονιμότητα και σπάσιμο του γενετικού υλικού των κυττάρων, δυσλειτουργία της μνήμης (στα ποντίκια), ιστολογικές αλλοιώσεις σε νεογέννητα έμβρυα, και αύξηση πρωτεϊνών που σχετίζονται με την πρόκληση (θερμικού) στρες. (Ελευθεροτυπία 14/4/2008).
Κανείς δεν ξέρει πια θα είναι τα όρια που θα ισχύσουν στο μέλλον διεθνώς, αφού πολλές σημαντικές έρευνες βρίσκονται σε εξέλιξη, ενώ τα κριτήρια που εφαρμόζονται στην πράξη δεν είναι μόνο επιστημονικά, αλλά και οικονομικά.
Γι αυτό πολλοί φορείς διεθνώς αναπροσαρμόζουν τα όρια αυτά με βάση τις τρέχουσες έρευνες και την θεσμοθετημένη Αρχή της Προφύλαξης, γιατί οι επιπτώσεις από την υποτίμηση των επιδράσεων των ΜΙΗΜΑ τώρα μπορεί να έχει τεράστιες επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία στο μέλλον...